Ο Παύλος εγκαθίσταται πλέον στη «φωλίτσα» με τη Μαρία αλλά δεν μπορεί να χωνέψει ότι η Ειρήνη τού έδωσε τα παπούτσια στο χέρι. Την παρακολουθεί λοιπόν μαζί με το Νικηφόρο και το Μίμη και την βλέπει να φιλιέται έξω από το σπίτι τους με ένα νεαρό μηχανόβιο. Οι τρεις άντρες αποφασίζουν να θυμηθούν τα οργισμένα νιάτα τους και καβαλάνε μηχανές. ‘Ολες οι προσπάθειες της Ελισάβετ και της Ξανθίππης να τους λογικέψουν πέφτουν στο κενό. Ο Παύλος ζητάει εξηγήσεις απ’ την Ειρήνη για τον νεαρό μηχανόβιο και «ξανατρώει πόρτα». Ο Νικηφόρος πηγαίνει στο σπίτι της Ναταλίας και στα χέρια του πέφτει ένα γράμμα από τη Βοστόνη που προσκαλεί τον Αχιλλέα να δουλέψει εκεί. Με την ιδέα και μόνο ότι η κόρη του θα φύγει στο εξωτερικό τρελαίνεται. Η Ελισάβετ επισκέπτεται την Ειρήνη για να της συμπαρασταθεί αλλά εκείνη την κατηγορεί για προδοσία και την διώχνει. Τέλος μια τυχαία συνάντηση φέρνει το σκοτεινό παρελθόν της Ξανθίππης στην επιφάνεια…